Μπορεί στην Ελλάδα του 2019 να βρίσκεται σε εξέλιξη μία μεγάλη εκστρατεία κατά του καπνίσματος -με αποκορύφωμα την απαγόρευση του σε κλειστούς χώρους- ωστόσο, σε μία... άλλη Ελλάδα αυτή του 2002 τα πράγματα ήταν αρκετά πιο χαλαρά. Κάπως έτσι η Ντόρα Μπακογιάννη, πολύπειρη βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας σήμερα και πρώην υπουργός, γλίτωσε τη ζωή της σκύβοντας να πάρει από την τσάντα της το πακέτο με τα τσιγάρα της.
Το ημερολόγιο δείχνει 13 Δεκεμβρίου 2002 και η τότε δήμαρχος Αθηναίων έχει μόλις μπει στο αυτοκίνητο της, ένα ασημί Saab, το οποίο είναι σταθμευμένο στη συμβολή των οδών Διονυσίου Αρεοπαγίτου και Αμαλίας, λίγα μέτρα από το γραφείο της. Πίσω από το τιμόνι είναι ο αστυνομικός συνοδός της, Γιώργος Λυμπερίου, καθώς επίσης κι ένας ακόμη αστυνομικός της φρουράς της. Το ρολόι δείχνει 14:55 το μεσημέρι και το αυτοκίνητο ξεκινάει με πολύ μικρή ταχύτητα.
Όταν ο μανιακός άνοιξε πυρ
Από την οδό Αμαλίας εμφανίζεται ο 35χρονος τότε Γιώργος Σ., βγάζει από το σακβουαγιάζ του μία κοντόκανη καραμπίνα και πυροβολεί μία φορά εναντίον της. Τα σκάγια από το κυνηγετικό όπλο σπάνε τα τζάμια του οχήματος και τραυματίζουν στην ωμοπλάτη τον Γιώργο Λυμπερίου, ο οποίος μεταφέρεται με διαμπερές τραύμα στο νοσοκομείο. Μία τυχαία κίνηση της Ντόρας Μπακογιάννη έχει ως αποτέλεσμα τα σκάγια να περάσουν από πάνω της και να μην την πετύχουν. Η δήμαρχος Αθηναίων έχει αφήσει την τσάντα της στο κάθισμα του αυτοκινήτου και σκύβει για την ανοίξει και να πάρει το πακέτο με τα τσιγάρα της. Αυτή η ακριβώς η τυχαία κίνηση αποδείχτηκε σωτήρια για την σημερινή βουλευτή της ΝΔ.
Ο δράστης επιχειρεί να εξαφανιστεί, ωστόσο, ένας αστυνομικός εκτός υπηρεσίας, ένας άλλος αστυνομικός από παρακείμενη πρεσβεία κι ένας αστυνομικός της Άμεσης Δράσης, τον καταδιώκουν και τον ακινητοποιούν. Συλλαμβάνεται και οδηγείται στη ΓΑΔΑ, όπου οι αστυνομικοί διαπιστώνουν ότι ο 35χρονος τότε Γιώργος Σ. -μηχανικός αυτοκίνητων στο επάγγελμα- είναι παλιός τρόφιμος του Ψυχιατρικού Νοσοκομείο Αθηνών (σ.σ. το όχι και τόσο μακρινό τότε 1997).
Η δολοφονική απόπειρα, έστω κι από άτομο που αποδεδειγμένα είχε ψυχιατρικά προβλήματα και καμία σχέση με το ένοπλο αντάρτικο πόλεως, ξύπνησε στην οικογένεια Μπακογιάννη και την οικογένεια Μητσοτάκη μνήμες από το εφιαλτικό παρελθόν και τη δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη. «Το πρώτο πράγμα που ήρθε στον νου μου ήταν τα παιδιά μου. Δεν θα άντεχαν μια δεύτερη τόσο σκληρή δοκιμασία», ήταν τα πρώτα λόγια που είχε πει η τότε δήμαρχος Αθηναίων.
Το ημερολόγιο δείχνει 13 Δεκεμβρίου 2002 και η τότε δήμαρχος Αθηναίων έχει μόλις μπει στο αυτοκίνητο της, ένα ασημί Saab, το οποίο είναι σταθμευμένο στη συμβολή των οδών Διονυσίου Αρεοπαγίτου και Αμαλίας, λίγα μέτρα από το γραφείο της. Πίσω από το τιμόνι είναι ο αστυνομικός συνοδός της, Γιώργος Λυμπερίου, καθώς επίσης κι ένας ακόμη αστυνομικός της φρουράς της. Το ρολόι δείχνει 14:55 το μεσημέρι και το αυτοκίνητο ξεκινάει με πολύ μικρή ταχύτητα.
Όταν ο μανιακός άνοιξε πυρ
Από την οδό Αμαλίας εμφανίζεται ο 35χρονος τότε Γιώργος Σ., βγάζει από το σακβουαγιάζ του μία κοντόκανη καραμπίνα και πυροβολεί μία φορά εναντίον της. Τα σκάγια από το κυνηγετικό όπλο σπάνε τα τζάμια του οχήματος και τραυματίζουν στην ωμοπλάτη τον Γιώργο Λυμπερίου, ο οποίος μεταφέρεται με διαμπερές τραύμα στο νοσοκομείο. Μία τυχαία κίνηση της Ντόρας Μπακογιάννη έχει ως αποτέλεσμα τα σκάγια να περάσουν από πάνω της και να μην την πετύχουν. Η δήμαρχος Αθηναίων έχει αφήσει την τσάντα της στο κάθισμα του αυτοκινήτου και σκύβει για την ανοίξει και να πάρει το πακέτο με τα τσιγάρα της. Αυτή η ακριβώς η τυχαία κίνηση αποδείχτηκε σωτήρια για την σημερινή βουλευτή της ΝΔ.
Ο δράστης επιχειρεί να εξαφανιστεί, ωστόσο, ένας αστυνομικός εκτός υπηρεσίας, ένας άλλος αστυνομικός από παρακείμενη πρεσβεία κι ένας αστυνομικός της Άμεσης Δράσης, τον καταδιώκουν και τον ακινητοποιούν. Συλλαμβάνεται και οδηγείται στη ΓΑΔΑ, όπου οι αστυνομικοί διαπιστώνουν ότι ο 35χρονος τότε Γιώργος Σ. -μηχανικός αυτοκίνητων στο επάγγελμα- είναι παλιός τρόφιμος του Ψυχιατρικού Νοσοκομείο Αθηνών (σ.σ. το όχι και τόσο μακρινό τότε 1997).
Η δολοφονική απόπειρα, έστω κι από άτομο που αποδεδειγμένα είχε ψυχιατρικά προβλήματα και καμία σχέση με το ένοπλο αντάρτικο πόλεως, ξύπνησε στην οικογένεια Μπακογιάννη και την οικογένεια Μητσοτάκη μνήμες από το εφιαλτικό παρελθόν και τη δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη. «Το πρώτο πράγμα που ήρθε στον νου μου ήταν τα παιδιά μου. Δεν θα άντεχαν μια δεύτερη τόσο σκληρή δοκιμασία», ήταν τα πρώτα λόγια που είχε πει η τότε δήμαρχος Αθηναίων.