Η Ελλάδα μοιάζει μετά από αρκετούς μήνες διαπραγματεύσεων να πλησιάζει έστω και στις καθυστερήσεις, με δραματικό ομολογουμένως τρόπο, σε μια συμφωνία με τους δανειστέ,ς που οριστικοποιείται τις επόμενες ημέρες.
Παρ’όλα αυτά είναι ενδιαφέρον, επενδυτικά μιλώντας, να κατανοήσουμε την συμπεριφορά των αγορών και κυρίως της αγοράς συναλλάγματος, που δίνει συνήθως σήματα για τις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, όσον αφορά την προσφορά και την ζήτηση.
Πιο συγκεκριμένα, παρά την παρατεταμένη κρίση τις τελευταίες εβδομάδες, την σημαντική διαρροή καταθέσεων και την απειλή για capital controls, με ημερήσιο όριο συναλλαγών, η ισοτιμία ευρώ δολαρίου παρέμεινε σε ικανοποιητικά επίπεδα και δεν κατέρρευσε.
Το γεγονός αυτό και μόνο, διέψευσε πολλούς επενδυτές και αναλυτές, που πίστευαν μέχρι τελευταία στιγμή, ότι έστω και λίγο πριν το ενδεχόμενο Grexit, η πτώση του ευρώ, θα ήταν τόσο μεγάλη, που θα συμπαρέσυρε όλη την ευρωζώνη.
Κάτι τέτοιο όμως τελικά δεν συνέβη και δεν πρόκειται να συμβεί στο άμεσο μέλλον τουλάχιστον, ιδίως με την προοπτική της συμφωνίας και την μετέπειτα διαδικασία ψήφισης και εφαρμογής της από την ελληνική κυβέρνηση.
Συγκεκριμένα την Τρίτη 23/6 το ευρώ έφτασε ενδοσυνεδριακά να διαπραγματεύεται στα 1,122 δολάρια, που αποτελεί χαμηλό σε σχέση με την ισοτιμία που ίσχυε τις τελευταίες εβδομάδες.
Αρα λοιπόν, παρά την διαφαινόμενη συμφωνία και αντίστοιχη άνοδο τόσο στο Χρηματιστήριο Αθηνών αλλά και σε αρκετά ξένα χρηματιστήρια, το ευρώ όχι μόνο δεν ανέβηκε αλλά κατέγραψε τελικά απώλειες τουλάχιστον 1%.
Το συμπέρασμα είναι, ότι ακόμα και να υπογραφεί η συμφωνία αλλά και να ψηφιστεί, το ευρώ ενδέχεται να επηρεαστεί ελάχιστα ακόμα και αν ανέβει προσωρινά σε σχέση με το δολάριο.
Ο βασικός λόγος για τα παραπάνω, είναι η παγκοσμιοποίηση των νομισμάτων και η λογική του carry trade. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι πολλοί επενδυτές, fund και equity managers, δανείζονται σε αγορές με χαμηλά επιτόκια για να επενδύσουν σε αγορές με υψηλότερα επιτόκια, μεγαλύτερο ρίσκο, και αντίστοιχα πολύ μεγαλύτερες αποδόσεις.
Με λίγα λόγια, οι επενδυτές δανείζονται σε ευρώ κεφάλαια εντός ευρωζώνης, εκμεταλλευόμενοι τα πολύ χαμηλά επιτόκια, λόγω της ΕΚΤ και αναλαμβάνουν μεγαλύτερο ρίσκο επενδύοντας στην Αμερική ή σε Ασιατικές αγορές.
Όταν όμως, το περιβάλλον στην ευρωζώνη γίνεται πιο επικίνδυνο λόγω και της αδυναμίας ελληνικής συμφωνίας με τους δανειστές, τότε οι επενδυτές αποσύρονται από την ανάληψη ρίσκου και μειώνουν την έκθεσή τους σε δάνεια σε ευρώ, επιστρέφοντας όμως τα αρχικά τους κεφάλαια στην χώρα προέλευσης, που είναι συνήθως εντός της ΕΕ.
Η παραπάνω διαδικασία με την επιστροφή κεφαλαίων, δημιουργεί ανοδική τάση στο ευρώ, ενώ αντίθετα, μόλις μειωθεί περαιτέρω το ρίσκο με την ψήφιση της ελληνικής συμφωνίας, τότε θα υποχωρήσει το ευρώ, καθώς δανειακά κεφάλαια, θα κατευθυνθούν και πάλι σε αγορές δολαριακές εκτός ΕΕ.
Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι πρόκειται για ένα παγκόσμιο σύστημα χρηματοδότησης μεταξύ ευρώ και δολαρίου, όπου το μέγεθος του ρίσκου αλλάζει την ροή των κεφαλαίων, από το ένα νόμισμα στο άλλο.
Με βάση τα παραπάνω και λόγω της μεταβλητότητας των ξένων αγορών, για την Ελλάδα ήταν και είναι επιτακτική η ανάγκη να παραμείνει στην ευρωζώνη, καθώς πρόκειται για νόμισμα αποθετικό, χαμηλού ρίσκου, υψηλών προσδοκιών και σημαντικό επενδυτικό καταφύγιο, που μπορεί κυριολεκτικά να ενδυναμώσει την ελληνική οικονομία, σε συνδυασμό με τη νομισματική και ποσοτική χαλάρωση που εφαρμόζει πρόσφατα η ΕΚΤ.