Παρασκευή 16 Μαΐου 2014

Μας πήραν με τις πέτρες (Oliver Stone) - Στο Χόλιγουντ η περιπέτεια των Ελληνίδων καθαριστριών.


 
 
Σύμφωνα με πληροφορίες έρχεται στην Αθήνα ο Oliver Stone με κορυφαίο σεναριογράφο για να συναντήσουν τις καθαρίστριες του υπ. Οικονομικών-τις μόνες που επιχείρησαν να διώξουν οι άθλιοι κρατιστές του χυδαίου πελατειακού κράτους και ο κλόουν των μεταρρυθμίσεων Μητσοτάκης-αφού περάσουν πολλές ώρες μαζί τους με συνεντεύξεις και βιντεογράφηση να γράψουν το σενάριο.
 
Η ταινία θα είναι στα πρότυπα της ταινίας Ακόμα και η βροχή (Tambien la lluvia) της Iciar Bollain.
 
Το 2000 η κυβέρνηση της Βολιβίας ιδιωτικοποίησε την παροχή νερού (που ήταν δημόσιο αγαθό- έτσι όπως του αρμόζει, άλλωστε), με απαίτηση της Παγκόσμιας Τράπεζας.
 
Στην Ελλάδα του 2014 ζητούν από τους αγρότες να πληρώσουν για τις βρύσες που έχουν στα χωράφια τους. Πρόκειται για σοκαριστική και χυδαία κυβερνητική απόφαση που δεν έχει πάρει ακόμη την διάσταση που πρέπει. Ξεσπούν στους αγρότες και στις καθαρίστριες την ώρα που κρατάνε ανέγγιχτο το χυδαίο πελατειακό κράτος με τους διορισμένους ανίκανους κηφήνες-ψηφοφόρους.
 
Τέλος πάντων η νίκη των καθαριστριών στην Ελλάδα ετοιμάζεται να κατακτήσει και την 7η τέχνη ώστε να γίνουν ρεζίλι των σκυλιών οι εμπνευστές του διωγμού.
 
Η Γιάννα Παπαδάκου, για λογαριασμό του ΒΗΜΑτος, αποκαλύπτει ολόκληρη την πολύ σημαντική απόφαση του Μονομελούς πρωτοδικείου Αθηνών για την επαναπρόσληψη 397 καθαριστριών του υπουργείου Οικονομικών.

Σύμφωνα με την απόφαση οι καθαρίστριες πρέπει να επαναπροσληφθούν άμεσα - δηλαδή η απόφαση είναι προσωρινά εκτελεστή - και σήμερα αναμένεται να κοινοποιηθεί από τον δικηγόρο τους κ. Γιάννη Καρούζο στο αρμόδιο υπουργείο Οικονομικών, προκειμένου να διατηρήσουν τις θέσεις τους, αφού είναι η τελευταία ημέρα παραμονής τους στις υπηρεσίες του υπουργείου.
 
Το γεγονός ότι εκατοντάδες καθαρίστριες τέθηκαν σε διαθεσιμότητα και αντικαταστάθηκαν από ιδιωτικά συνεργεία καθαρισμού, όπως σημειώνει ο δικαστής του Μονομελούς Πρωτοδικείου αντίκειται «στο δημόσιο συμφέρον και δεν εξυπηρετεί τις ανάγκες των συγκεκριμένων υπηρεσιών, ενώ έχει προσβάλλει δυσανάλογα το ατομικό δικαίωμα των εναγόντων στην εργασία και την περιουσία».
 
Κατόπιν όλων αυτών η καταγγελία της σύμβασης των εργαζομένων είναι «άκυρη» και συνεπώς, αναφέρει ο δικαστής «η ακυρότητα πρέπει να αναγνωριστεί και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος - το υπουργείο να αποδεχτεί τις υπηρεσίες των εναγόντων - καθαριστριών - με τα ίδια καθήκοντα και με τους όρους που επικρατούσαν ως σήμερα».
 
Ο δικαστής προχωράει και ένα βήμα παραπάνω. Παραδέχεται ότι «αποδείχτηκαν εξαιρετικοί λόγοι από το γεγονός ότι στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι ενάγοντες είναι γυναίκες, στερήθηκαν τη μοναδική βάση βιοπορισμού τους, μολονότι η ανάγκη για τις υπηρεσίες τους δεν εξέλειψε, κατά πλειοψηφία δε ανήκουν στην ηλικιακή κατηγορία των 45 - 65 ετών με αποτέλεσμα να είναι εκμηδενισμένες οι πιθανότητες εξεύρεσης άλλης εργασίας με δεδομένο το υψηλό ποσοστό ανεργίας και τις δυσκολίες ένταξης στην αγορά εργασίας γυναικών σε μεγάλη ηλικία με μειωμένα τυπικά προσόντα ενώ επιπλέον πολλές εξ αυτών είναι διαζευγμένες και έχουν την ευθύνη ανηλίκων τέκνων ή τέκνων με αναπηρία ή την ευθύνη υποστήριξη υπερηλίκων γονέων και επομένως η αποστέρηση της θέσης εργασίας τους θα έχει σοβαρότατες επιπτώσεις στη δυνατότητα διαβίωσης και ασφαλιστικής κάλυψης των προστατευομένων προσώπων».
 
Ο δικαστής επιδικάζει τα δικαστικά έξοδα των καθαριστριών στο υπουργείο Οικονομικών.